Tο 1965 με το <Μ/V Γουέσκο Παναμά> ταξιδεύαμε μεταξύ του κόλπου του Μεξικού και
της δυτικής πλευράς της Νοτίου Αμερικής, μέχρι τη Πουνταρένας στο στενό του
Μαγγελάνου. Σε ένα από τα ταξίδια, φορτώναμε στο λιμάνι του Γκάλβεστον και
ζήτησα από τον πράκτορα να ειδοποίηση τον Έλληνα ιερέα να έλθει στο πλοίο, να
μας κάνει Αγιασμό. Πράγματι την επομένη το μεσημέρι ήλθε στο πλοίο ένας νεαρός
παπάς, που όπως μας είπε, είχε αποφοιτήσει από την θεολογική σχολή της
Βοστώνης. Αφού τελείωσε το μυστήριο του αγιασμού, μας έβγαλε ένα λόγο που
νομίζαμε ότι γνώριζε άριστα τη ζωή του ναυτικού και τις στερήσεις αυτού και της
οικογενείας του. Τον κρατήσαμε στο μεσημεριανό φαγητό και ακολούθως μας
ευχαρίστησε και προχώρησε στην εξοδο του πλοίου, τον ακολούθησα και σε κάποια
στιγμή προσπάθησα να του δώσω ένα δώρο. Όταν άκουσα τον παπά να μου λέει,
καπετάνιε δε μπορείς να καταλάβεις τη χαρά μου, που βρέθηκα ανάμεσα σας και μου
δόθηκε η ευκαιρία να συζητήσουμε και δια του λόγου μου, να ανακουφίσω την μακράν
της οικογενείας αγωνία σας!!! Με χαιρέτισε και έφυγε, την άλλη μέρα ο πράκτορας
με ενημέρωσε ότι ήταν παντρεμένος και είχε και μια κορούλα 2 χρόνων. Τότε τον
παρεκάλεσα να μου στείλει το απόγευμα αυτοκίνητο, να με πάει στο σπίτι του.
Πράγματι περάσαμε από τα μαγαζιά,
πήρα γλυκά και μια κούκλα για την κόρη του και εν συνεχεία τον επισκέφτηκα στο
σπίτι του, μου άνοιξε την πόρτα η παπαδιά και με καλωσόρισε στο σπιτικό τους. Ο
παπάς, βλέποντας με με τα δώρα, από ευγένεια με παρατήρησε λέγοντας, καπετάνιε
δεν ήταν ανάγκη. Με περιποιήθηκαν και σε συζήτηση που επακολούθησε η παπαδιά με
ρώτησε, από ποιο μέρος της Ελλάδας ήμουν, της απάντησα από την Ερμιόνη. Και τότε
άκουσα την παπαδιά να μου λέει γνωρίζετε την Παναγιώτα (Γιώτα) Καρδάση; βεβαίως
της είπα, είμαστε συμμαθήτριες στη παιδαγωγική Ακαδημία συμπλήρωσε. Η
ανιδιοτέλεια ενώνει τους ανθρώπους, όπου γης!!!