Ο κ, Σταμάτης ήταν
πρωτότοκος γιός του κυρ, Λευτέρη και
έτσι του συγχωρούσαν μερικές αταξίες, στην πατριαρχική οικογένεια που
μεγάλωνε. Ήταν πάνω από 1,80 ύψος, καστανός με λεβέντικο μουστάκι, ενδεικτικό
της εποχής του και ερωτικά άτακτος. Ο πρώτος του αρραβώνας ήταν η Κατερινιώ από
το Κρανίδι, που για κακιά της μοίρα, εντυπωσιάστηκε απ τον καβαλάρη με το άσπρο
άλογο (Κάτι σαν Πόρσε της εποχής). Ο ερωτάς τους δεν ευδόκησε και έτσι οι
δρόμοι τους χωρίσανε. Την Κατερινιώ, οι γονείς της την παντρέψανε κάπου στην
Καλλιθέα, αλλιώς θα έμενε στο ράφι, αυτής της εποχής.
Η Κατερινιώ, αντικατεστάθη
απ΄την Ειρήνη, κόρη κτηματία από την Ερμιόνη, που ανταποκρινόταν και στις
απαιτήσεις της κοινωνικής του τάξης, αλλά αυτή του έδωσε τα παπούτσια στο χέρι όπως
έλεγαν, στις απογευματινές βεγγέρες. Ο κ, Σταμάτης το 1910 παντρεύτηκε την
Ασπασία, όμως έφερε τύχη στις γνωριμίες του, γιατί και οι δύο καλοπαντρεύτηκαν και ο καιρός όχι μόνο επούλωσε την απογοήτευση,
αλλά όπως εξελίχθησαν τα μετέπειτα γεγονότα, η γνωριμίες αυτές άφησαν γλυκές
αναμνήσεις.
Το 1949 απο το καράβι της
γραμμής, στο λιμάνι της Ερμιόνης, αποβιβάστηκε μια ηλικιωμένη μαυροφορεμένη
γυναίκα και ρώτησε που ήταν το σπίτι του
Σταμάτη του Μερτύρη, κάποιος τη συνόδεψε μέχρι εκεί και στο άνοιγμα της πόρτας,
παρουσιάστηκε η κυρά Ασπασία.
-Ορίστε περάστε, ποίον θέλετε, τη ρώτησε η
γιαγιά.
-Τον Σταμάτη το Μερτύρη, απάντησε η ξένη.
-Είναι στο περιβόλι και θα γυρίσει το βράδυ, είπε η γιαγιά.
-Ευχαριστώ, απάντησε η ξένη θα γυρίσω αργότερα και έφυγε.
Η κυρά Κατερινιώ, κατέβηκε στην παραλία, όπου και ρώτησε που είναι το περιβόλι του Στ. του Μερτύρη, και αφού την πληροφόρησαν, πήρε το δρόμο να πάει να τον βρει. Στο δρόμο, έξω από το περιβόλι του Σκούρτη, συνάντησε ένα καβάλα στο άλογο και τον ρώτησε:
-Τον Σταμάτη το Μερτύρη, απάντησε η ξένη.
-Είναι στο περιβόλι και θα γυρίσει το βράδυ, είπε η γιαγιά.
-Ευχαριστώ, απάντησε η ξένη θα γυρίσω αργότερα και έφυγε.
Η κυρά Κατερινιώ, κατέβηκε στην παραλία, όπου και ρώτησε που είναι το περιβόλι του Στ. του Μερτύρη, και αφού την πληροφόρησαν, πήρε το δρόμο να πάει να τον βρει. Στο δρόμο, έξω από το περιβόλι του Σκούρτη, συνάντησε ένα καβάλα στο άλογο και τον ρώτησε:
-Παρακαλώ, μήπως ξέρετε το περιβόλι του
Σταμάτη του Μερτύρη. -Τι τον θέλεις κυρά
μου, απάντησε ο καβαλάρης, και η Κατερινιώ αμηχανη του είπε.
-Πως γέρασες βρέ Σταμάτη, ο παππούς κατάλαβε, κατέβηκε την αγκάλιασε και με δάκρυα στα μάτια, την ανέβασε στο άλογο και την έφερε στο σπίτι.
-Πως γέρασες βρέ Σταμάτη, ο παππούς κατάλαβε, κατέβηκε την αγκάλιασε και με δάκρυα στα μάτια, την ανέβασε στο άλογο και την έφερε στο σπίτι.
Το βράδυ μαζευτήκαμε στο
σπίτι του παππού και μας σύστησε την πρώτη του αγάπη, χήρα με ένα υιό
αρχιμανδρίτη στη Μεταμόρφωση της Καλλιθέας, έκτοτε με την κατανόηση της γιαγιάς
της Ασπασίας, αναπτύξαμε κοινωνικές σχέσεις!!!
Ήταν το 1991 ταξίδευα από το
Μπανγκόκ της Ταϋλάνδης, για τη Μανίλα των Φιλιππίνων, η αεροσυνοδός με
συνόδευσε στη θέση μου λέγοντας:
-Κύριε Νοταρά η θέση σας.
Η όμορφη κυρία που καθόταν δίπλα μου με ρώτησε Ελληνικά:
-Έλληνας είστε;
-Μάλιστα απάντησα και συστήθηκα, Νοταράς Γεώργιος από την Ερμιόνη.
-Ειρήνη... τάδε, κατάγομαι και εγώ από την Ερμιόνη, και εργάζομαι ως ανταποκρίτρια στην Τ/Ω και πηγαίνω στη Μανίλα να πάρω συνέντευξη από τη Πρόεδρο των Φιλιππίνων, Κορασόν Ακίνο.
Η όμορφη κυρία που καθόταν δίπλα μου με ρώτησε Ελληνικά:
-Έλληνας είστε;
-Μάλιστα απάντησα και συστήθηκα, Νοταράς Γεώργιος από την Ερμιόνη.
-Ειρήνη... τάδε, κατάγομαι και εγώ από την Ερμιόνη, και εργάζομαι ως ανταποκρίτρια στην Τ/Ω και πηγαίνω στη Μανίλα να πάρω συνέντευξη από τη Πρόεδρο των Φιλιππίνων, Κορασόν Ακίνο.
Στη διάρκεια του ταξιδίου,
είχα την ευκαιρία να της διηγηθώ την ιστορία αγάπης της γιαγιάς της και του
παππού μου, αφήνοντας να εννοηθεί, ότι η ζωή σκηνοθετεί τα ποιο παράξενα
σενάρια και εμείς ως ηθοποιοί, απλώς ερμηνεύουμε τους ρόλους μας, όσο για τους πρόγονούς
μας αυτοί μένουν ζωντανοί, όσο εμείς τους θυμόμαστε!!!
Από τον πίνακα του Νικολάου Γύζη –τα αρραβωνιάσματα
Από τον πίνακα του Νικολάου Γύζη –τα αρραβωνιάσματα