Αντίο Φίλε
Από τα θρανία της πρώτης Δημοτικού
άρχισε η φιλία μας, την εποχή των λιοτριβιών όταν η μάνα έβγαζε το ψωμί από το
φούρνο, έκοβα μια κόρα και πήγαινα στο Μάκη να το βουτήξουμε στο Λυμπή με το
λάδι. Οταν οι Παλιτσάκιδες δίκαζαν τα μελή της οργάνωσης του ΕΑΜ στην αυλή του
σπιτιού του Γιουβέτση εγώ με το Μάκη ανεβασμένη στη ταράτσα του σπιτιού του
φωνάζαμε, Αθώοι, μαζί στα αετόπουλα στη κατοχή, στην απελευθέρωση στα
λυκόπουλα,στους προσκόπους, όταν έπεσε από το γαϊδούρι και έσπασε το χέρι έφυγε
με καΐκι για τον Πειραιά πέρασαν από την ακρογιαλιά και φόρτωσαν μέχρι τα
μπούνια στο νοσοκομείο που θεραπευτικέ στο διπλανό κρεβάτι νοσηλευόταν ο
Ακαδημαϊκός και συγγραφέας Σπύρος Μελάς, ο Μάκης του διηγήθηκε την ιστορία και
αυτός έγραψε το χρονογράφημα <<Και το καΐκι ήταν Τίγκα>>
Ήταν Πάσχα του 1957 στο Ναό των
Ταξιαρχών στην Ερμιόνη όλα ήταν έτοιμα για την Ανάσταση η εξέδρα, τα δυναμίτια
τα τρίγωνα τα βαρελότα, στη γωνία του σπιτιού του βασιλείου (Τουρκόγιαννη)
τέσσερεις στρατιώτες με πολιτικά περίμεναν υπομονετικά το Παπά Μιχάλη να
σηκώσει τη λαμπάδα και να αναγγείλει το Χριστός Ανέστη, ήταν ο σημαιοφόρος του
πολεμικού ναυτικού Γιώργος Νοταράς ο ανθυπολοχαγός των Λοκ Μάκης Γκάτσος ο
σμηνίτης της αεροπορίας Κώστας Δημαράκης και ο σηματωρός του πολεμικού ναυτικού
Μίμης Βασιλείου. Ακριβώς απέναντι κάτω από την αρχαία κώλωνα, στέκονταν ο
ενωμοτάρχης του σταθμού Ερμιόνης και ο υπομοίραρχος της χωροφυλακής, σύζυγος
της λελέκος της Βόντας. Στο άκουσμα του Χριστός Ανέστη και πριν σκάσουν τα
πρώτα δυναμίτια ακούστηκε το κροτάλισμα ενός αυτομάτου πιστολιού, Ο ενωμοτάρχης
λέει στο υπομοίραρχο θα πάω να τους συλλάβω. Ας τα παιδιά του απήντησε, Πάσχα
είναι. Αυτός δεν άλλαξε γνώμη, έρχεται μπροστά μου και μου λέει, συλλαμβάνεσαι
παράδωσε μου το όπλο.
Σημαιοφόρος Νοταράς, προσοχή, μεταβολή
και δρόμο του απάντησα, δίπλα μου απαντάει ο Μάκης, ανθυπολοχαγός των Λοκ
Γκάτσος, τ’ άκουσες,ο ενωμοτάρχης έφυγε. Στην αναφορά του στο Γ.Ε.Θ.Α, είπε πως
τον απειλήσαμε με το όπλο. Όταν παρουσιάστηκα στον διοικητή του ναύσταθμου προς
απολογία, αυτός πίσω από μία εφημερίδα, χωρίς καν να βλέπω το πρόσωπο του με
ρώτησε, τον δείρατε, όχι του απήντησα, κακώς, εάν ξανασυμβεί θα τιμωρηθείς,
χαιρέτησα στρατιωτικά και βγήκα από το γραφείο του.
Φίλε Μάκη, αν στο διάβα σου
συναντήσεις το Θεό, πες του από ένα Αλιβάνιστο ότι οι Λιβανισμένοι που όρισε ως
αντιπρόσωπου στου στη Ερμιόνη είναι απατεώνες και φιλάργυροι και αν αδυνατεί
όπως ο Δεσπότης,να τους επιβληθεί, τότε ας δώσει εντολή στο Δία να
χρησιμοποιήσει τους κεραυνούς του, να μας απαλλάξει.
Καλό ταξίδι Φίλε