Τετάρτη 6 Μαΐου 2020

ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΜΑΚΗ ΤΟΥ ΝΑΚΟΥ Σ9

Από την άλλη πλευρά, πηγαίνοντας από το επιπλάδικο του Κοτσογκιώνη (Παναγιώτη Οικονόμου) προς την Παναγία, δεξιά μας στη γωνία ήταν ο φούρνος του Μήτσου Παναγιώτου, εμείς δεν προλάβαμε να το δουλεύει, αργότερα το είχε ο Παντελής ο Κομμάς και το εκμεταλλευόταν, είχαμε ακούσει ότι μαζί με το φούρνο του Γρηγόρη Καραγιάννη, του Διονύση του  Γκάτσου και του Μήτσου του Μερτύρη, έφτιαχναν τις γαλέτες (διπυρίτης άρτος) που έπαιρναν οι ναυτικοί μας για την Μπαρμπαριά, στον καιρό το δικό μας τις γαλέτες τις έπαιρναν από την Ύδρα, διότι και αυτή ήταν περίφημοι στην κατασκευή τους.
 
Ανεβαίνοντας προς την Παναγία, μετά το φούρνο, ήταν το ραφείο του Κώστα του Κομμά (πατέρα της Μαντώ) και ποίο πάνω στη γωνία δεξιά το χρυσοχοείο του Δημήτρη του Νάκου, πατέρα του Λευτέρη και της Κικής, το μοναδικό τότε, αριστερά το σπίτι του Ανάργυρου του Μερτύρη, με το τυροκομείο και το λιοτρίβι.

Προχωρώντας δεξιά ήταν το τσαγκαράδικο του Πάνου Μανουσάκη, βγαίνοντας στην πλατειούλα της Παναγίας αριστερά, ήταν το κρεοπωλείο του Δημήτρη Παπαμιχαήλ, παππού του Χρήστου Παπαμιχαήλ και δίπλα ήταν το διώροφο σπίτι της οικογένειας Ιωάννου Παπαμιχαήλ, πατέρα του Κώστα και της Αικατερίνης Ρήγα Παπαμιχαήλ, που το Ισόγειο ήταν το μπακάλικο του πατέρα τους, ο οποίος είχε ένα από τα ωραιότερα περιβόλια της Ερμιόνης.
Απέναντι από την είσοδο της Παναγίας, ήταν το καφενείο του Πολυχρονόπουλου, προχωρώντας ήταν η ταβέρνα και το χασάπικο του Μήτσου τού Οικονόμου (Νάνου), πατέρα της Κασσάνδρας, ο οποίος όταν τηγάνιζε τις συκωταριές και τα παϊδάκια, κολαζόταν όλη η Ερμιόνη. Απέναντι ήταν το μπακάλικο των αδελφών Προβελεγκάτου οι οποίοι ήταν πρόσφυγες, δεξιά ήταν η Κοινότητα Ερμιόνης και δίπλα ήταν το Καποδιστριακό, το οποίο χρησιμοποιείτο για αίθουσα δικαστηρίου και στη γωνία στο σημερινό οπωροπωλείο ήταν το ξυλουργείο του Μπάρμπα Κώστα Δεδάκη, που ήταν και αριστερός ψάλτης της Παναγίας και απέναντι αριστερά το ραφείο του Γιώργου Λίτσα, από εκεί και μετά δεν υπήρχαν μαγαζιά.
Ξεκινώντας πάλι από το λιμάνι, από το σπίτι Κωστελένου (Καντρέβα) εκεί ήταν το καφενείο του Καντρέβα, δίπλα στο καφενείο ήταν το εμπορικό του Δαμιανού του Μέξη και το κουρείο του Αλέκου Γκόγκου, στο οποίο είχε και διάφορα ψιλικά, από εκεί θυμάμαι αγοράζαμε τις φιγούρες του Καραγκιόζη και τις κόλλες, για να φτιάξουμε τις φελάνδρες    (Αετούς)τις απόκριες, είχε και αποκλειστική πώληση των εφημερίδων, δίπλα στο κουρείο ήταν το ζαχαροπλαστείο του Θεοδώρου Κωνσταντινίδη, πατέρα του Σταύρου, ο οποίος έφτιαχνε ωραία κανταΐφια και μπακλαβάδες χρησιμοποιώντας βούτυρο γάλακτος, που το έπαιρνε από το τυροκομείο του Ιωσήφ Μερτυρη και μύριζε όλο το λιμάνι από τη νοστιμιά τους.  
Συνέχεια εκεί που είναι τώρα το οπωροπωλείο, ήταν τότε το ίδιο μαγαζί του Κουτσουρελάκη, με τα ίδια προϊόντα, αναφέρω δε ότι από την καφετέρια της Σοφίας Κωστελένου, μέχρι το κρεοπωλείο του Ζαβαλάρη και από το μαγαζί του Ηλία του φασιλή μέχρι το ψαράδικο του Μπούλη (Ματθαίος), όλο το τετράγωνο αυτό ήταν Καραγιανέικο και Δεληγιανέικο. 
Μπαίνοντας αριστερά από το οπωροπωλείο, για να βγούμε στη πλατειούλα, ονομαζόταν η μάνδρα του Καραγιάννη και ενδιάμεσα μέσα στη μάνδρα, ήταν ο φούρνος του Καραγιάννη, αργότερα Βλάση και το λιοτρίβι το οποίο και αυτό δούλευε με μηχανή, μπροστά στο σπίτι σε μια εσοχή του Λάζαρου και της Μπεμπέκας Σπετσιώτη, με τη χουρμαδιά, ήταν μια ξύλινη κατασκευή (Παράγκα)και είχε το κρεοπωλείο ο Παναγιώτης ο Καρδάσης πατέρας της Γιώτας της Καρδαση (Δέδε), σε αυτό δούλευε ως παραγιός ο Σταμάτης  ο Βλαχοδημήτρης, με αμοιβή μια οκά κρέας κάθε Σαββάτο.    
Αριστερά στο παλιό σπίτι  κληρονόμων Κουτουλάκη, είχε τότε το γκαράζ ο Σπύρος ο Κουτουλάκης, ο οποίος έβαζε εκεί μέσα το μοναδικό αυτοκίνητο ταξί στην Ερμιόνη, από εκεί πηγαίνοντας προς το φαρμακείο του Αγγέλου του Παπαμιχαήλ, ήταν το ξυλουργείο του Βασίλη και του γιού του Θόδωρου Κανέλλη και αργότερα ήταν το μπακάλικο του Αδριανού του Γκάτσου, πατέρα του Βασίλη και Κώστα Γκάτσου, που αρχικά το  μπακάλικο ο πατέρας τους το είχε στο πατρικό του σπίτι.
Στη γωνία που είναι τώρα το Σουβλατζίδικο του μάστορα, ήταν ένα μικρομάγαζο, με διάφορα ψιλικά είδη ραπτικής, τετράδια, βιβλία, του Γιώργου του Μαρμαρινού,  πατέρας του Γιάννη και Ντίνας Μαρμαρινού και το ονόμαζε Μικράκι, παλαιότερα είχαμε ακούσει ότι ο Γιώργος ο Μαρμαρινός και ο Παύλος ο Φραγκούλης, με ένα Ταμπλά κρεμασμένο στο λαιμό τους με διαφορα είδη μοδιστρικής, βγαίνανε στη γύρα για να πουλήσουν την πραμάτεια τους και τους είχαν βγάλει ένα σατυρικό τραγούδι:
<Ο Μαρμαρινός και ο Παύλος, βγήκανε στην πάνω χώρα,να πουλήσουν κουβαρίστρες, στρίφωμα και δακτυλήθρες, μα ο Κόσμος δεν τα παίρνει, γιατί ψήφισαν Βερδέλη>  Συνεχίζεται.