Πέμπτη 30 Απριλίου 2020

ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΜΑΚΗ ΤΟΥ ΝΑΚΟΥ Σ5



H Μαρκό ήταν βελγίδα και όταν απεβίωσε ο σύζυγος της,  αντί στεφάνου έστειλε τα χρήματα και φτιάξανε  το σημερινό εξοχικό, που είναι δίπλα στη θάλασσα, πίσω από το Ιερό του Αγίου Γιάννη και σήμερα το έχει νοικιάσει η  (Λέλα η Γκάτσου-Αθηναίου). Ερχόταν τα καλοκαίρια και καθόταν σε αυτό το εξοχικό, είχε αγαπήσει την Ερμιόνη, ήταν καλλιεργημένος άνθρωπος, βοήθησε πολλά παιδιά, διδάσκοντας ξένες γλώσσες, επίσης φύτεψε τα πεύκα κατά μήκος του δρόμου, από τον Κάβο μέχρι το σπίτι Γιώτας Δέδε και τα πεύκα κάτω από το σχολείο (Δημαρχείο). 

Ο δρόμος τότε δεν ήταν όπως είναι σήμερα από Άγιο Γιάννη μέχρι Κάβο, Κaza Dei, ήταν ένα μονοπάτι και στο σημείο αυτό σταματούσε, από κάτω ήταν γκρεμός και θάλασσα, έπρεπε να κάνουμε δεξιά σε ένα μικρό σοκάκι από το καρνάγιο του μάστρο Γιάννη του Κοτταρά και αμέσως αριστερά για να βγούμε πάνω από το σπίτι της οικογένειας Αρβανιτάκη, (Σημερινό Κρινή)και από το σπίτι του Βλαχοδημήτρη και να βγούμε στη γωνία του σπιτιού του Μπάρμπα Κώστα του Προκοπίου (Σημερινό σπίτι Κώστα Φασιλή)και Κοσμά Βρεττού, σε αυτό το μονοπάτι ήταν μόνο το σπίτι της οικογένειας Παπαφράγκου και πίσω από τον κάβο ήταν το σπίτι του Σωτήρη του Καλιάνου και δίπλα και ανατολικά το σπίτι του γιατρού Απόστολου Παπαβασιλείου, σημερινό Γηροκομείο και το Δημοτικό σχολείο (Κοινοτικό γραφείο) απέναντι ήταν το ταχυδρομείο το οποίο και μέχρι τίς  αρχές του 1940 ήταν στο σπίτι της οικογένειας Άννας Μαστράκη (Σαρρή).

Το σχολείο είχε κτιστεί πριν από τον πόλεμο από τον  Γεώργιο Παπανδρέου, πατέρα του Ανδρέα, όταν ήταν υπουργός παιδείας, η βορειανατολική αίθουσα κτίστηκε το 1939 και η βορειοδυτική πολύ αργότερα και έτσι πήρε τη σημερινή μορφή σε σχήμα Π. Η αστυνομία ήταν μέχρι και το 55 σε ένα διώροφο σπίτι του Απόστολου του Κατσογιώργη, στον επάνω όροφο ήταν το γραφείο της Αστυνομίας και κάτω κρατητήριο. ο                                                                                                                                                     Στη διαδρομή από Άγιο Γιάννη μέχρι τον κάβο ήταν οι δύο μπανιέρες που κάνανε μπάνιο, οι γυναίκες και τα μικρά παιδιά, στις οποίες μάθαμε και εμείς μπάνιο με τις νεροκολοκύθες, μια ήταν του μαστρο Γιάννη κάτω από τον κάβο και η άλλη στη συκιά κάτω από το σημερινό σπίτι της Ηρώς Λαζαρίδου, δίπλα δεξιά από το μαδέρι στη μέση λίγο δεξιά από την ταβέρνα  Τζιέρι, ήταν το Κουλούρι για τους άνδρες και ανοικτά γινόντουσαν τα μπέλ μίξ δηλαδή άνδρες και γυναίκες. Επίσης υπήρχε και μια στη Μαγγούλα, εκεί προς το γκουρουμέση που κολυμπούσαν οι μηλιώτες, διότι κάθε μαχαλάς είχε και την ονομασία του, Μηλιώτες, Μανδρακίωτες, λιμανιώτες, Μπιστιώτες, και μια φορά είχε γίνει πετροπόλεμος στη πλατεία που ήταν το καφενείο του Γιάννη του Γκάτσου, πατέρα του Φάνη του Γκάτσου, μεταξύ Μυλιωτών και λιμανιωτών που άφησε εποχή, αρχηγός των Μυλιωτών ηταν ο Αντώνης ο Κολυμπάδης (Μπαρμπάτσης) Και των λιμενιωτών ο Πάνος ο Μερτύρης (Πανούτσος). Συνεχίζεται.


 

 

Τρίτη 28 Απριλίου 2020

ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΜΑΚΗ ΤΟΥ ΝΑΚΟΥ Σ4



Στην αρχή του δρόμου του Μπιστιού, καμιά εκατονπενηνταριά μέτρα κάτω από το δρόμο, υπήρχε μια αμμουδιά που πολλοί ψαράδες έβγαζαν έξω τις βάρκες τους για τη σχετική συντήρηση, επίσης σε  αυτό το σημείο, άναβαν φωτιά και απάνω σε μια σκάρα έβαζαν ένα μεγάλο καζάνι (Λεβέτι) με νερό, το οποίο όταν έβραζε έριχναν μέσα φλούδες από τα πεύκα (Πετίκι), αυτές όταν έβραζαν άφηναν ένα σκούρο κόκκινο χρώμα, με το οποίο έβαφαν τα δίχτυα τους, διότι  όταν τα αγόραζαν ήταν άσπρα και έπρεπε να σκουρύνουν .                                                                                 
Άλλος ένας δρόμος του Μπιστιού, άρχιζε από τον Άγιο Νικόλαο πέρναγε μπροστά από τον αρχαίο ναό της Δήμητρας και κατέληγε στο φανάρι. Αυτός ο δρόμος ήταν για τα ζευγαράκια και τα κρυφά ραντεβού, για αυτό και ο ευρηματικός Αργύρης Σπετσιώτης, τον είχε ονομάσει <Οδός σε λατρεύω>. Ο αείμνηστος Αθανάσιος Στρίγκος, είχε ανακαλύψει και είναι ορατοί και σήμερα στις πέτρες του δρόμου, ίχνη από ιππήλατες άμαξες, που μετέφεραν τους άρχοντες στο ναό.   
Μετά το άνοιγμα του περιφερειακού δρόμου, ήρθαν στην επιφάνια υπολείμματα από πορφύρες, τις οποίες χρησιμοποιούσαν για να βάφουν υφάσματα (Χλαμιδες) σε χρώμα κόκκινο, που τα φορούσαν Βασιλείς και αυτοκράτορες και όπως αναφέρεται ιστορικά ο Μέγας Αλέξανδρος βρήκε Ερμιονίτικες χλαμύδες στα παλάτια της Αιγύπτου και της Περσίας.
Στη νότια πλευρά του Αγίου Νικολάου, υπήρχε ένα κελί το οποίο δεν υπάρχει σήμερα, εκεί μόναζε μια καλόγρια ονομαζόμενη Μπαμπάνα, και ήταν από το σόι της οικογένειας Σπύρου Κουτούβαλη, πατέρα του Λάζαρου Κοτούβαλη, στα χρόνια της Κατοχής καθόταν η αδελφή της Πανωραίας της Κιούσης (Μερτύρη) ονόματι Λούλα, η οποία έπασχε από φυματίωση και απεβίωσε μέσα σε αυτό. Τα τελευταία χρόνια εκεί έζησε και πέθανε ο Τάσος ο Σχοινάς (Τζάνης ή Αγώνας) .

 Στο προαύλιο του Αγίου Γιάννη, υπήρχε νεκροταφείο με πολλά μνημεία, τα είχαμε προλάβει και εμείς, μεταξύ αυτών και ο αδελφός του Γιώργου του Νοταρά, Σταμάτης, που απεβίωσε από διφθερίτιδα  τον Ιούνιο του 1936, μαθητής Α΄ δημοτικού, οι σωροί αυτών αγνοούνται!!!   Ανατολικά του ναού υπήρχε ένα μεγάλο κελί που καθόταν η Γεωργία Χαμηλοθώρη (Γαλιάντρα) με τον άνδρα της, και υπηρετούσε και το ναό που ιδιοκτησιακός ανείκε στον ναό των Ταξιαρχών.
 
Το κελί αυτό επιδιορθώθηκε από την Μαρκό Αγγέλου Φασιλή η οποία ήταν σύζυγος του συμπατριώτη μας Αγγέλου Φασιλή ο οποίος ήταν Πρόξενος του Ελληνικού Κράτους στην Αμβέρσα το 1950. Συνεχίζεται.   

 

 

 

 

 

 

Κυριακή 26 Απριλίου 2020

ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΜΑΚΗ ΤΟΥ ΝΑΚΟΥ Σ3


Στο λιμάνι δεν υπήρχαν περιπτερά  μόνο καφενεία, μαγαζιά και ταβέρνες, θα περιγράψω όσα θυμάμαι , στο βόρειο λιμάνι ήταν το σπίτι όπως είναι σήμερα, του  Ανδρέα Πραχαλιά, κάτω μπακάλικο και στο βάθος ταβέρνα. Στη ταβέρνα σύχναζαν καραβοκύρηδες και πολλές φορές ο Μιχάλης ο Παπαμιχάλης (Γιαταγάνας) ο οποίος συνήθιζε να παίρνει μισή οκά κρασί να βγαίνει στην πόρτα του μαγαζιού και να το χύνει στο δρόμο, εις υγεία των πεθαμένων, επίσης ποτέ δεν πλήρωνε όταν ήταν … εν ευθυμία, αλλά την άλλη μέρα ενθυμούμενος ακριβώς το λογαριασμό.

 Βαδίζοντας ανατολικά εκεί που είναι τώρα η Μαρία του Στάικου ήταν το καφενείο του Ταγκαλου και απάνω το σπίτι, πιο παλιά το καφενείο ήταν μαγαζί και το είχε νοικιάσει κάποιος ονόματι Πρωτογύρου, εγώ δεν το πρόλαβα ως μαγαζί, στο στενό μεταξύ του Πραχαλιά και του Ταγκαλου, ήταν το οδοντιατρείο το οποίο ειχε κάποια ξένη κ, Φωφό, δίπλα στου Ταγκαλου ήταν ένα μικρομάγαζο σαν περίπτερο που το είχε ο Παναγιώτης ο Σπετσιώτης (Σκουλιουφας) και πουλούσε τσιγάρα  καραμέλες και ξηρούς καρπούς.
Ας σημειωθεί  ότι περιπτερά στο λιμάνι και στα Μανδράκια δεν υπήρχαν.  Στη συνέχεια ήταν η ταβέρνα του Ιωσήφ του Μερτύρη, που η Γυναικά του κυρά  Χριστίνα ήταν σπουδαία μαγείρισσα, στο πίσω μέρος ήταν η κατοικία και  πιο επάνω είχε μια μεγάλη αποθήκη, που είχαν το τυροκομείο, με τις ωραίες φέτες, μυτζήθρες, γιαούρτια, που έφτιαχνα οι γιοι του Λευτέρης,   Γιώργος και Πάνος, αρίστης ποιότητος, γνήσια και βιολογικά.
 Συνέχεια ήταν η ταβέρνα του Γιώργου Γαννώση όπως είναι σήμερα στο ίδιο κτήριο, πιο πέρα ήταν το σπίτι της οικογενείας  Δαμαλίτη που στο μέρος της παραλίας ήταν το ψαράδικο του Μήτσου του Παλαιου (Παλλη)μετά ήταν το διώροφο σπίτι της οικογένειας Παπαδοπούλου  -για το οποίο θα αναφερθώ αργότερα-με μια τεράστια μάντρα με πολλές αμυγδαλιές και έφτανε μέχρι τη γωνία του τσιμεντόδρομου  τότε, σημερινή γωνία Εθνικής τράπεζας, εκεί ήταν το ψαράδικο του Παντελή του Μαρουλά, που είχε βοηθό το μπάρμπα Λάζαρο το Σέρφα πατέρα του Ανάργυρου του Σέρφα, στο ψαράδικο αυτό η οργάνωση του ΕΑΜ έφερνε ψάρια από τη λιμνοθάλασσα  της θερμησίας και τα μοίραζε στο κόσμο.
Δίπλα το ψαράδικο των αδελφών Σπετσιώτου  (Μητρόκα)  υπεύθυνος του οποίου ήταν ο Απόστολος, ενώ ο καπτάν Ντίνος  με το Σπύρο δούλευαν στη ιδιόκτητη τράτα τους. Συνέχεια μετά το δρόμο ήταν το διώροφο σπίτι του μπάρμπα Αντώνη του Κυπραίου με μεγάλη μάνδρα με αμυγδαλιές και μπροστά στο δρόμο προς τη θάλασσα ήταν υπερυψωμένο ένα σημείο του σπιτιού, με ένα πεύκο ( Σημερινή καφετέρια Γιωτ) εκεί είχε ένα μικρομάγαζο ο μπάρμπα Δημήτρης ο Μπενάρδος, πατέρας του Ανδρέα Μπενάρδου
Στη συνέχεια  ήταν το διώροφο σπίτι του Κοσμά Παπακυριακού (Παράσκου) πατέρας του Μιχάλη Παπακυριακού που το ισόγειο μετά τον πόλεμο το είχε νοικιάσει η UNRA (Σχέδιο Μάρσαλ) και είχαν αποθηκεύσει διαφορά τρόφιμα όπως άλευρα, γάλατα, ρύζια κλπ, τα οποία μοίραζαν δωρεάν στους κατοίκους της Ερμιόνης. Πιο πέρα ήταν η διώροφη κατοικία ιδιοκτησίας Απόστολου Κατσογιώργη που την είχαν επιτάξει οι Ιταλοί και την χρησιμοποιούσαν ως Καζάρμα.
Πιο  πέρα η διώροφη κατοικία του Α. Κατσογιωργη και στη συνέχεια το διώροφο σπίτι του Μπενάρδου και το σπίτι του Σπύρου του Ταρουση που μετά τον πόλεμο άνοιξε ταβέρνα της οποίας οι κεφτέδες άφησαν εποχή, σήμερα είναι ξενοδοχείο που ανήκει στο γιό του Κώστα.    
Πιο πέρα, ήταν το σπίτι του Γιαννη του Ησαΐα και το σπίτι της κα Αντωνίας της Κιούση, ακολουθούσαν οικόπεδα και σε απόσταση 100μ ήταν η αποθήκη του Δεληγιάννη και τελευταίο το σπίτι του Γεωργίου Βεντουρή.  Συνεχίζεται.

 

 

 

 

 

 

Παρασκευή 24 Απριλίου 2020

ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΜΑΚΗ ΤΟΥ ΝΑΚΟΥ Σ2



Εκεί που κάθεται τώρα ο Μάκης Καραγιάννης, ήταν το καφενείο του παππού του Καρακίκουλη και πάνω από το καφενείο στο σπίτι του Κοσμά Παπαμιχαήλ, είχε το μπακάλικο ο πατέρας του και η μητέρα του κυρά Κόλενα, και εδώ, στη κάτω γειτονιά (Μπίστι) πριν από τον Άγιο Αθανάσιο, στο πατρικό σπίτι του Γιάννη και Αριστείδη Φλεβαράκη (Χιώτη), οπού εμείς που μέναμε στη γειτονία, ότι σόλες, ψίδια, φόλες χρειαζόντουσαν τα παπούτσια, τα πηγαίναμε στον κύρ΄ Σταύρο για να μας τα φτιάξει.

Συνεχίζοντας από το λιμάνι, στο περίπτερο σήμερα του Λευτέρη του Καρκατσάνη, ήταν η παράγκα του Διονύση του Κατζιλιέρη, που όπως είχαμε ακούσει παλαιοτέρα, ήταν φορατζίδικο, εισέπρατταν τους φόρους, ο δε Κατζιλίερης είχε και Μύλο απάνω στους μύλους, όπου το διάστημα της κατοχής δούλευε με τα πανιά και πηγαίναμε σιτάρι, κριθάρι, καλαμπόκι, για να τα αλέσει.

Στή γωνιά, που είναι η καφετέρια του Ντάρκα, ήταν το μαγαζί του Γιώργου του Μπουρνάκη, πατέρα της Μαριάνας Βαρδινογιάννη και συνεχεία οι βενζίνες και πετρέλαια του Μιχάλη Δεληγιάννη, ο οποίος ήταν αντιπρόσωπος της εταιρείας ΣΕL και αργότερα το είχε Βενζινάδικο ο Ανάργυρος Σέρφας.

Ο Μιχάλης ο Δεληγιάννης, ήταν ο πρώτος πρόεδρος του αγροτικού συνεταιρισμού Ερμιόνης. Εκεί στο σημερινό κτήριο του Παλυβού, ήταν μία μεγάλη αίθουσα και στη γωνία ήταν το κουρείο του Θανάση του Σαρρή και το υπόλοιπο ήταν ζαχαροπλαστείο του Παντελή Αναμερόγλου, ο οποίος ήταν πρόσφυγας και μπατζανάκης του Θεόδωρου Κωνσταντινίδη, ο οποίος έφτιαχνε ωραίες πάστες, είχε και ένα μοναχοπαίδι τον Κώστα, ένα –δύο χρόνια μεγαλύτερος μου, στο σχολείο δεν τον ήξερε κανένας με το επίθετο του, αλλά με το παρατσούκλι, ο  Κώστας ο ζαχαρομουτης, μελετημένα και ευφυέστατα τα  παρατσούκλια των Ερμιονιτών.

Ανεβαίνοντας προς τα πάνω, στο σημερινό σπίτι του Ανδρέα του Βογανατση, ήταν  τσαγκαράδικο του Παναγιώτη Κωνσταντινίδη, που και αυτός ήταν πρόσφυγας και γαμπρός του Παπαδημήτρη του Μπαρδάκου και με την εγγόνα του Μαρία Κωνσταντινίδου, ήμαστε συμμαθητές στο δημοτικό σχολείο. Τελειώνοντας την ανηφοριά, φάτσα ήταν το σπίτι και χασάπικο του Δημήτρη του Τσέλου, πατέρα του Γιώργου, Κώστα, Ανάργυρου,(Γούλη) Τάσου και Ιωάννας Τσέλου.          

 Δίπλα και αριστερά από το χασάπικο, ήταν το σιδεράδικο του Μαρουλά, πατέρα του Άγγελου και Μάκη (Κόκκινου). Στη γωνία απέναντι από το σπίτι του Τάσου του Παπαγεωργίου (πατρικό), Ήταν ο φούρνος του μπάρμπα Διονύση Γκάτσου, αργότερα Νίκου Λίτσα.

Ανεβαίνοντας δεξιά, στο πατρικό σπίτι της οικογένειας Ντούρου, ήταν το Σαγματοποιείο (Σαμαράδικο) του Τάσου του Ντούρου, φτάνοντας μπροστά στο Κυπαρίσσι, ήταν το καφενείο του Γιάννη του Τράκη, πατέρα της Κικής, Ελένης, και Μαρίας Τράκη, μετά το καφενείο πηγαίνοντας προς την Παναγία,  καί δεξιά, στο  σπίτι της Μαλαματένιας Βόντα,  ήταν η μπακάλο ταβέρνα του Μπεξή και του Θανάση του Πάτσου που ήταν συνέταιροι.

 Πίσω από το ιερό της Παναγίας, το σπίτι του Μιχαλάκη Παπαβασιλείου (Δάσκαλου), στη γωνιά ήταν το κουρείο του Παναγιώτη του Φασιλή, πατέρα του Ηλία Βασίλη και κατεβαίνοντας κάτω μετά την Παναγία, ήταν το σπίτι του Άγγελου του Ζωγράφου και το σαγματοποιείο (Σαμαράδικο) του Δημήτρη Οικονόμου, πατέρα του Πάνου και του Ανάργυρου Οικονόμου. Συνεχίζεται …  



Δευτέρα, 16 Νοεμβρίου 2015


 

Τρίτη 21 Απριλίου 2020

ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΜΑΚΗ ΤΟΥ ΝΑΚΟΥ



Η ΕΡΜΙΟΝΗ 194Ο-1946  

Ο ΜΑΚΗΣ Ο ΝΑΚΟΣ ΔΙΗΓΕΙΤΑΙ  

Η ΕΡΜΙΟΝΗ ΠΡΙΝ 73 ΧΡΟΝΙΑ
 Πολλοί φίλοι μου και γνωστοί μου με παροτρύνουν να γράψω ότι θυμάμαι από τα δρώμενα και γενόμενα όταν ήμουν 8-10 χρόνων στην Ερμιόνη. Την εποχή εκείνη δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ήταν δύσκολα χρόνια , σήμερα τα ονομάζουμε πέτρινα και η μνήμες είναι τόσο έντονες διότι ζήσαμε τον πόλεμο και την κατοχή, και είναι δύσκολο να ξεχαστούν!!!
Θα αρχίσω  από το 1939 και μετά, γιατί από τότε θυμάμαι καλλίτερα. Η Ερμιόνη ήταν μια κωμόπολη με κίνηση και ζωή διότι είχε το λιμάνι της από το οποίο διακινούντο όλα τα εμπορεύματα και οι επιβάτες της επαρχίας προς τον Πειραιά και επιστροφή με τα τότε ατμόπλοια Υδράκι του Λεούση, το Μοσχάνθη του Τόγια  και με καΐκια.

Τά πλοία δεν πλεύριζαν στην προβλήτα λόγο βυθίσματος και ετσι η επιβίβαση και αποβίβαση γινόταν με ειδικές βάρκες μεγάλες που τις λέγαμε  μαούνες, ακόμα θυμάμαι τη φωνή του Σπύρου του Μανουσάκη του Στάθη του Ζαραφωνίτη (Ψώρα) του Τάσου του Σχοινά (Τζάνη) πού ήταν και οι τρείς ντελάληδες και από την προηγούμενη μέρα πότε ο ένας ή ο άλλος ανήγγειλαν την άφιξη του εκάστοτε πλοίου στις γειτονιές φωνάζοντας <Αύριο το πρωί θα περάσει το Μοσχάνθη για Πειραιά

Στο διάστημα της κατοχής επιβάτες και εμπορεύματα μετακινούνται προς Πειραιά με καΐκια και τότε συχνά ακούγαμε τους ντελάληδες να φωνάζουν στην Ερμιόνη και στο Κρανίδι,<< Αύριο το πρωί αναχωρεί δια Πειραιά το καΐκι ο <Μπαλαρμίωτης> με πλοίαρχο τον  Γρηγόριο Γκάτσο δέχεται επιβάτες και εμπορεύματα>>.

Με την έναρξη του Αλβανικού πολέμου, τα επιβατηγά   πλοία της γραμμής είτε επιτάχτηκαν από το κράτος είτε καταστράφηκαν και η μεταφορά επιβατών και εμπορευμάτων προς Πειραιά και επιστροφή, γινόταν με μηχανοκίνητα καΐκια.

Στο διάστημα του Αλβανικού πολέμου μεταξύ Οκτώβρη 1940 και Απρίλη του 41, η επικοινωνία δια ξηράς προς την Αθήνα και Πειραιά δεν υπήρχε, ούτε και με το Ναύπλιο, προς το οποίο η μετακίνηση γινόταν δια θαλάσσης, από την Κοιλάδα με καΐκια.  Ο δρόμος Κρανίδι –  Ναύπλιο άνοιξε το 1955
Θα αρχίσω να περιγράφω από το βόρειο λιμάνι, προς το νότιο (τα Μανδράκια).     Τις δύο προβλήτες τις θυμάμαι φτιαγμένες, τη μικρή μπροστά στο σπίτι του Κωστελένου (Πρώην Καντρεβα) και την μεγάλη μπροστά στο σπίτι του Ιωσήφ Μερτυρη και Γεωργίου Γανώση, από εκεί και πέρα μέχρι το σπίτι της Μαρίας του Βρετού (Βεντουρή) ήταν χωματόδρομος και η θάλασσα απείχε 4 έως 5 μέτρα από τα σπίτια, το πρώτο Μανδράκι φτιαγμένο με πέτρες, ήταν μπροστά στο ανηφορικό δρόμο για το δημοτικό σχολείο, σημερινό Κοινοτικό γραφείο, που ήταν και ο πρώτος τσιμεντοστρωμένος δρόμος της Ερμιόνης, ο οποίος φτιάχτηκε το 1939
Στο Μανδράκι αυτό άραζαν ψαρόβαρκες  (Σκαρί παπαδιάς) του Κοσμά  του Νοταρά, του Κοσμά Παπακυριακού, του Θεοδόση Σπετσιώτη ή (Σκουλιουφα,) του Κυριάκου Παπακυριακού, (Καράβι) η βενζίνα του Αντώνη του Κυπραίου, που κάθε πρωί μετέφερε τους εργάτες στα μεταλλεία και μια μικρή βαρκούλα, βαμμένη μέσα έξω με πίσσα, του μπάρμπα Γιάννη του Σαρρή (Τόκου) που ψάρευε στις κοντινές ακτές,  κολπάδα για χταπόδια και κοροϊδευτικά την ονομάζαμε Μιζούρι, πιο πέρα ήταν ένα μικρό Μανδράκι, μπροστά στο σπίτι του Απόστολου Κατσογιώργη που άραζαν συνήθως οι μικρές βαρκούλες, που ανήκαν στα καΐκια του, Μπαλαρμιωτης και Αγία Μαρίνα, πιο πέρα ήταν μια προεξοχή μπαζωμένη με πέτρες και χώμα, μπροστά στο σπίτι της Ματίνας Σδρέ (Ταρουση) και άραζαν οι βάρκες του Δαμιανού Δαμαλίτη, του μπάρμπα Φώτη Παπανδρέου και του Σταμάτη Μπενάρδου .
Από εκεί και πέρα δεν  υπήρχε Μανδράκι και πολλές άραζαν στα βράχια μεταξύ αυτών και η κούντουλα του μπάρμπα Αλέκου Κυπραίου, που μαζί με τους γιούς του Μιχάλη και Γιάννη, ψάρευε με δίχτυα και η βάρκα των αδελφών  Μόρογλου.                                                                                                      Απο το σπίτι της Πανωραίας της Κιούση-Μερτύρη μέχρι το σπίτι της   Μαρίας Βρετού –Βεντούρη, δεν υπήρχε κανένα αλλο σπίτι παρά μία αποθήκη του Δεληγιάννη, που τοποθετούσε βαρέλια με πετρέλαιο.         Στο σημείο αυτό σήμερα υπάρχει το σπίτι του Σιρίβλη. Μετά το σπίτι της  Μαρίας του Βρετού εκεί που αρχίζει ο δρόμος για τον Άγιο Γιάννη, μέσα στη θάλασσα είχαν βάλει μια μεγάλη πλατιά πέτρα σαν είδος μανδρακιού, η οποία υπάρχει και σήμερα, χωμένη μέσα στη θάλασσα, θα πρέπει να την είχαν κατεβάσει από τον Άγιο Νικόλαο, που είχαν βρει τα αρχαία, σε αυτή την πέτρα οι γονείς μου το 1933 με είχαν βαφτίσει, αφού αυτή την εποχή υπήρχε το έθιμο να βαπτίζουν και στη θάλασσα. Συνεχιζεται.                  


 


 


 

Τετάρτη, 4 Νοεμβρίου 2015 


 

     
 

Κυριακή 19 Απριλίου 2020

ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΕΣ ΕΥΧΕΣ


Η ανθρωπότητα θα χαρακτηρίσει το έτος 2020μχ ως αφοριστικό, λόγω της πανδημίας και τις τραγικές συνέπιες της. Η χριστιανική εκκλησία ως ευλογία, για ουσιαστική μνήμη των Παθών και της Ανάστασης, που επέβαλε όχι η πίστη και τα έθιμα, αλλά ή συγκυρίες.

Η ανάγκη της σωτηρίας των πιστών ανάγκασε την Πολιτεία και την εκκλησία, να λάβουν αυστηρά μέτρα περιορισμού στα σπίτια μας, με αποτέλεσμα την ακούσια περισυλλογή και την εκούσια από βάθους καρδίας Προσευχή.  

Ας αφουγκραστούμε τη συνείδηση μας και ειλικρινά ας  αναρωτηθούμε, εάν η υλιστική περίοδο που διανύουμε, μας επιφυλάσσει όσα αναφέρονται στις γραφές, για λιμούς και λοιμούς και ας αναγνωρίσουμε την αιτία, πριν καταδικάσουμε τα αποτελέσματα της.

Με τα ανωτέρω ως αφετηρία και λόγο της εβδομάδας της Αναστάσεως, ας θυμηθούμε την Δευτέρα Μεγάλη Ευαγγελική εντολή: < Αγάπα τον πλησίον σου ως εαυτόν σου> και ο καθένας μας κατά την δύναμη του, ας ακολουθήσει την προτροπή  ΤΟΥ < Επείνασα γαρ και εδώκατε μοι φαγείν, εδίψησα και εποτισατέ με, ξενος ημην και συνηγαγετέ με, γυμνός και περιεβαλετέ με, ασθένησα και επισκέψασθε με, εν φυλακή ημήν και ήλθετε πρός με.>

ΧΡΙΣΤΟΣ  ΑΝΕΣΤΗ
Νοταράς Γεώργιος
 

Πέμπτη 16 Απριλίου 2020

ΤΑ ΑΓΙΑ ΠΑΘΗ ΚΑΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ



Το φετινό Πάσχα λόγο πανδημίας, θα εορταστή με τις εκκλησίες κλειστές και τις καθιερωμένες ακολουθίες, οι πιστοί θα τις παρακολουθήσουν από την Τηλεόραση, στα σπίτια τους. Είναι πρωτόγνωρο άλλα επιβεβλημένο δια  την υγεία των πιστών και του πλησίον μας.
Είναι ευκαιρία να βιώσουμε στη πράξη την πρώτη και μεγάλη αποστολική εντολή,  διαλογιζόμενοι:   < Αγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου. > Ματθαίος 22,37

Οι εβδομάδα των παθών, αρχίζει με την αγωνιώδη επίκληση του Ιησού, προς τον επουράνιο Πατέρα του λέγων: Πάτερ μου ει δυνατόν εστί παρελθέτω απ΄ εμού το ποτήριον τούτο, πλην ουχ ως εγώ θέλω αλλ΄ως Συ. Ματθαιος κστ 39.

Ακολουθεί η σύλληψης και η δίκη παρωδία και καταδίκη του Ιησού υπό του ανεύθυνου Πιλάτου, κατόπιν πιέσεως των Αρχιερέων, ο οποίος και απενοχοποιήθει, <Λαβών ύδωρ απενίψατο τας χείρας απέναντι του όχλου λέγων < Αθώος ειμί από του αίματος του δίκαιου τούτου.> Ματθαίος 27 24-26  
Και ακολούθησε η Σταύρωση, οπού ο Ιησούς εν τη μεγαθυμία του συγχωρεί τους σταυρωτάς του λέγων : Πάτερ άφες αυτοίς, ου γαρ οίδαση τη ποιούσιν και αισθανόμενος το τέλος της γήινης αποστολής του, ανέκραξε, ΤΕΤΕΛΕΣΤΑΙ και παρέδωσε το πνεύμα του. 
Έξη ώρες αργότερα,  προσήλθε στον Πιλάτο ο Ιωσήφ από Αριμαθαίας, αρχιερέας, μέλος του μεγάλου Εβραϊκού συμβουλίου των αρχιερέων ΣΕΝΧΡΕΝΤΙΝ  και εζήτησε το σώμα του Ιησού λέγοντος <Δος μοι τούτον τον ΞΕΝΟΝ ίνα κρύψω εν τάφω, ος ως ΞΕΝΟΣ ουκ έχει την κεφαλήν που κλίναι>  Βοηθός στην ταφή, ο αρχιερέας Νικόδημος από Αριμαθαίας, μέλος και αυτός του μεγάλου Εβραϊκού συμβουλίου ΣΕΝΧΡΕΝΤΙΝ .
Ακολουθεί το μοιρολόι της Παναγίας, που εκφράζει τραγικά τον μητρικό ανθρώπινο πόνο. <Ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατον μου τέκνον, που έδυ σου το κάλος>
,Και ακολουθεί ως αναφέρουν οι γραφές και αποκάλυψε ο Κύριος, στην  τρίτη αναγγελία του Πάθους> Μαρκος Κεφ.10 -33,34 ότι ιδου αναβαίνομεν εις τα Ιεροσόλυμα και ο υίος του ανθρώπου, παραδοθήσεται τοις αρχιερεύσι και γραμματεύσι, κατακρίνουσιν αυτόν θανάτω και παραδόσουσιν αυτόν τοις ΄Εθνεσι και εμπαίξουσιν αὐτῷ καὶ μαστιγώσουσιν αὐτὸν καὶ ἐμπτύσουσιν αὐτῷ καὶ  ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.

ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ

                                                     

Νοταράς Γεωργιος  

                                                                                                                                                  

    

Σάββατο 11 Απριλίου 2020

ΚΑΙ ΝΕΡΟ ΑΠ΄ ΤΑ ΔΙΣΚΟΥΡΙΑ



Πολλοί μελάνι έχει χυθεί, πολλά χρήματα έχουν ξοδευτεί, ως και ανεμόμυλοι του Δον Κιχώτη έχουν κτιστή και λύση στη πυρόσβεση του Μπιστιού, δεν έχουμε βρει. Που;
Στη πόλη που οι αρχαίοι ημών πρόγονοι έφτιαξαν υδραγωγείο και  έφεραν πόσιμο νερό από τα δισκούρια, μέσα από λόφους και λαγκάδια και σήμερα ο κάθε Ερμιονίτης διερωτάται, άραγε είμαστε για γέλια ή για κλάματα!!!

Σήμερα που τα υλικά και η τεχνογνωσία μας έστειλε στο φεγγάρι, εμείς ακόμα μελετάμε πως σε ένα ακρωτήρι  700 μ. και πλάτους 130 μ. με μορφολογία εδάφους ομαλή και σχεδόν επίπεδη, δεν μπορούμε να το Προστατέψουμε. Συγκριτικά υπάρχουν πλοία Κοντέινερ ή Τάνκερ μήκους 400/450 μέτρα με αξιόπιστο σύστημα πυρόσβεσης. Οι κοινοτικοί άρχοντες μας δεν είναι ανάγκη να τα γνωρίζουν, εκείνο που τους ξεχωρίζει είναι η ικανότητα να επιλέγουν τους κατάλληλους για την κάθε εργασία.         
Νοταράς Γεώργιος

Πέμπτη 9 Απριλίου 2020

ΕΦΥΓΕ Ο ΑΝΑΡΓΥΡΟΣ ΤΣΕΛΟΣ


ΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΩΝ ΩΚΕΑΝΩΝ

Στη μεταπολεμική Ερμιόνη, όταν η μάνα γή, δεν μπορούσε να θρύψει τα παιδιά της, η μόνη διέξοδος ήταν η εμπορική ναυτιλία και η μετανάστευση. Ένας από αυτούς τους νέους Ερμιονίτες που ξενιτεύτηκαν, ήταν και ο Αργύρης ο Τσέλος.
Αφού τελείωσε την ιδιωτική σχολή εμπορικού ναυτικού και την πρακτική εξάσκηση στα μηχανουργία του Πειραιά, μπαρκάρισε με τα καράβια. Δύσκολες εποχές επιβίωσης και η εργασία στα καράβια εκτός των κινδύνων που επιφύλασσε, η απέραντη μοναξιά του ωκεανού, που  για πολύμηνα ταξίδια χωρίς καν την φροντίδα ενός γιατρού παρά μόνο η εμπειρικές γνώσεις του Υποπλοιάρχου και ένα υποτυπώδες  φαρμακείο ως και η επικοινωνία με παρακτίους σταθμούς που έδιναν ιατρικές συμβουλές και φάρμακα, που κατά κανόνα δεν υπήρχαν στο καράβι, την συμπλήρωναν η αγωνία της υγεία των προσφιλών προσώπων που άφηναν πίσω στο χωριό.
 Ο Αργύρης χάρη στην εργατικότητα του ανέβηκε επάξια τα σκαλιά της ιεραρχίας του μηχανοστασίου και σύντομα από δόκιμος έγινε Α’ μηχανικός και Αρχιμηχανικός, σε καράβια την εποχή που ο Ελληνικός εφοπλισμός, ανανέωνε το στόλο του από πλοία αξιόπλοα μεν, αλλά υπερήλικα, από χώρες της δυτικής Ευρώπης, που όταν οι αυτοματισμοί αχρηστευόταν τα έπαιρναν οι Έλληνες και τα δούλευαν στο χειροκίνητο.
Οι  εργασίες στο μηχανοστάσιο εκτελούντο με μόνα εργαλεία  εξάρμοσης και άρμοσης των επί μέρους τμημάτων της μηχανής, με ένα χειροκίνητο παλάγκο, μια βαριοπούλα, με κλειδιά ειδικού διαμετρήματος με ένα κοπίδι και με τα ακούραστα χέρια του προσωπικού που δεν υπολόγιζαν το χρόνο!!!
 Όταν χρειαζόταν να επιδιορθώσουν διαρροές στα καζάνια παραγωγής ατμού στο πέλαγος, δεν προλάβαινε το καζάνι να πάρει την θερμοκρασία του περιβάλλοντος που στον Περσικό ειχε 45Β. Κελσίου, έμπαιναν μέσα και άλλαζαν αυλούς (Τούμπα) τους οποίους με ειδικό εργαλείο (Εκτόνωναν) στεγανοποιούσαν σε θερμοκρασία τουλάχιστον 55 Β.Κ  σωστή κόλαση. Επομένως η αναφορά μου σε ήρωες δεν είναι εξωπραγματική.
Ο Αργύρης δεν έμεινε ανεπηρέαστος από την εξαντλητική αυτή εργασία που επιβάρυνε ανεπανόρθωτα την υγεία του. Ο Αργύρης υπήρξε καλώς οικογενειάρχης, αφού έκτισε μια αξιοπρεπή οικογένεια στην οποία και ευχόμαστε θερμά συλλυπητήρια, εκφράζοντας επίσης την βαθειά μας θλίψη, που λόγο πανδημίας, δεν συμμετείχαμε στον τελευταίο ασπασμό.
Αντίο φίλε.

Νοταράς  Γεώργιος      

 

Δευτέρα 6 Απριλίου 2020

ΟΙ ΕΚ ΤΩΝ ΑΡΙΣΤΩΝ ΑΡΧΟΝΤΕΣ


Οι αλήθειες λέγονται ή καταγγέλλονται, ενώπιος ενωπίω, κατά την άσκηση των   καθηκόντων και παρουσία των Δ. Συμβούλων, άλλως εκ των υστέρων  καταγράφονται ως μικροψυχία!
 Ο περί ου ο λόγος δημοτικός Σύμβουλος δια της επανεκλογής του δικαιώθηκε, εκείνο που πρέπει να προβληματίζει εμάς τους Δημότες και όλους τους εν ενεργεία άρχοντες, είναι η αξία της ανεπηρέαστης και ανεπίληπτης δημοκρατικής ψήφου.   

Νοταράς  Γεώργιος

Κυριακή 5 Απριλίου 2020

ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΣΤΗ + ΓΙΩΤΑ ΚΑΡΔΑΣΗ-- ΔΕΔΕ,


ΜΝΗΜΕΣ  ΑΠΟ  ΤΗ  ΖΩΗ  ΤΗΣ  

Στα χρόνια του εμφυλίου 1946/52 είμαστε συμμαθητές στο γυμνάσιο Κρανιδίου, τα γυμνασιακά μας χρόνια δύσκολα, κάθε δευτέρα φορτωμένοι τα ταγάρια με τα τρόφιμα της εβδομάδος, αναχωρούσαμε από την Ερμιόνη πεζή μέσω της πικροδάφνης, για το Κρανίδι, φιλοξενούμενοι σε συγγενικά σπίτια, μέχρι και το επόμενο Σαββάτο, που ακλουθώντας τον ίδιο δρόμο επιστρέφαμε στο χωριό.
Τότε λόγω των συνθηκών του εμφυλίου πολέμου, δεν υπήρχαν βιβλία για να μελετάμε τα μαθήματα μας στο σπίτι, άλλα κρατούσαμε σημειώσεις στο πρόχειρο κατά την ώρα της διδασκαλίας. Επειδή όμως τα περισσότερα αγόρια της τάξεως κατά την ώρα της διδασκαλίας, δεν προσέχαμε τους καθηγητές, το απόγευμα παίρναμε το τετράδιο των σημειώσεων από τα κορίτσια, που ήσαν ποιο επιμελής και τα αντιγράφαμε. Στην τάξη μας χρέη … γραμματέως για τους Ερμιονίτες μαθητές, έκαναν η αείμνηστες Γιώτα και η Μαρία η Κωνσταντινίδου στις οποίες και χρωστάμε κατά πολύ την μαθητική μας προόδου

Το 1952 αποφοιτήσαμε από το γυμνάσιο Κρανιδίου και ο καθένας μας πήρε το δρόμο του. Η Γιώτα φοίτησε στην παιδαγωγική ακαδημία και έγινε δασκάλα.  Το 1957 είχε διοριστεί σε ένα μονοτάξιο δημοτικό σχολείο σε ένα ορεινό χωριό, στην βόρεια πλευρά των Μεθάνων. Την ίδια χρονιά εγώ υπηρετούσα στο πολεμικό Ναυτικό, ως κυβερνήτης του <Β/Π  Ανταίος> όταν  έλαβα διαταγή να πάρω το γερανό Νο ένα από τον ναύσταθμο και να πάμε να κατασκευάσουμε ένα αλιευτικό καταφύγιο, στην βόρεια ακτή των Μεθάνων, μεταφέροντας ογκόλιθους από τη Μονή της Αίγινας που τις τοποθετούσαμε καθ΄ υπόδειξη του κοινοτάρχη του χωρίου Άγιος Γεώργιος ακριβώς κάτω από το χωριό στη παραλία.

 Σε συζήτηση με τον κοινοτάρχη του Αγίου  Γεωργίου, που επέβλεπε το έργο του, είπα ότι είμαι Ερμιονίτης και τότε με πληροφόρησε ότι στο χωριό απάνω, δασκάλα ήταν η Παναγιώτα η Καρδάση από την Ερμιονή. Την άλλη μέρα το πρωί, πήρα ένα κακοτράχαλο στενό μονοπάτι να πάω στο χωριό, καθοδόν συνάντησα μια ηλικιωμένη γυναίκα, ξυπόλυτη, φορτωμένη ξύλα, χωρίς να πατά στο χώμα, αλλά να πηδά  από  πέτρα σε πέτρα και να ανηφορίζει προς το χωριό, η εικόνα της μου μένει ανεξίτηλη στη μνήμη μου, γιατί και εγώ ήμουν από χωριό, αλλά τέτοιες εικόνες δεν είχα ξαναδεί. Πλησιάζοντας στο χωριό άκουσα τη καμπάνα της Εκκλησίας να σημαίνει και όταν έφτασα στη μικρή πλατεία είδα με έκπληξη τη Γιώτα να κτυπά την καμπάνα για να μαζευτούν τα παιδιά για μάθημα.           –Που βρέθηκες εδώ με ρώτησε .  Της εξήγησα και μου πρότεινε να μείνω να παρακολουθήσω το μάθημα. Πράγματι έκτος από την ερημική ζωή πάνω στο βουνό και η άσκηση της διδασκαλίας ήταν εξαντλητική, όταν είσαι υποχρεωμένος να διδάσκεις 8 μαθητές,  έξη διαφορετικών τάξεων. Συγκινητική ήταν η αποχώρηση μου αφού τα παιδια με τη δασκάλα τους, με αποχαιρετούσαν.

 Το 1965 ήμουν Καπετάνιος με το Ελληνικής σημαίας πλοίο ΓΟΥΕΣΚΟ ΠΑΝΑΜΑ,  στο πλοίο υπηρετούσαν και άλλοι δύο Ερμιονίτες ο Δ. Λακουτσης και Δ. Πασχάλης, όταν προσεγγίσαμε το λιμάνι του Γκαλβέστον της Βορείου Αμερικής, στον Κόλπο του Μεξικού, για να φορτώσουμε γενικό φορτίο για τη Νότια δυτική Αμερική. Όταν ήρθε στο πλοίο ο τροφοδότης για να πάρει παραγγελία για την τροφοδοσία, τον ερώτησα εάν η εκεί Ελληνική παροικία είχε Έλληνα παπά, για να τον φέρει στο πλοίο να μας κάνει ΑΓΙΑΣΜΟ, γιατί ήταν καινούρια αγορά από Έλληνες και δεν είχαν την ευκαιρία να κάνουν Αγιασμό. 

 Πράγματι την άλλη ημέρα ειδοποίησε τον παπά και αυτός ήρθε στο πλοίο όπου εμείς είχαμε ετοιμάσει  στο σαλόνι του πλοίου, ένα τραπέζι με την εικόνα του Αγίου Νικολάου που είχαμε στη γέφυρα και αφού τέλεσε τον αγιασμό και μας μίλησε για τη γεμάτη κινδύνους ζωή των ναυτικών και την πολύμηνη απουσία από τις οικογένειες μας, έφαγε μαζί μας. Στη συζήτηση που είχαμε μαζί του, μας είπε ότι ήταν απόφοιτος της ιερατικής σχολής της Βοστώνης, διορισμένος στην Ελληνική παροικία στο λιμάνι του ΚΑΛΒΕΣΤΟΝ, επίσης μας είπε, ότι είναι παντρεμένος με Ελληνίδα και έχει ένα κοριτσάκι 3 ετών. Τέλος και αφού μας χαιρέτισε δια χειραψίας όλο το πλήρωμα, μας ευχαρίστησε για το κάλεσμα προς Αγιασμό και αναχώρησε.

Την επομένη για να τον ευχαριστήσω αγόρασα μια κούκλα και πήγα σπίτι του και τη δώρισα στη μικρή του κόρη, εκεί γνώρισα και τη σύζυγο του η οποία όταν της είπα ότι είμαι από την Ερμιόνη, με ρώτησε εάν γνώριζα την Παναγιώτα την ΚΑΡΔΑΣΗ που ήταν συμμαθήτριες στην παιδαγωγική ακαδημία.

Γιώτα αυτός ο Κόσμος ειναι μικρός μπροστά στην απεραντοσύνη του ουρανού που σήμερα μετοίκησες.
Συλλυπητήρια στους οικείους της.

Νοταράς  Γεώργιος