O ΜΑΚΗΣ Ο ΝΑΚΟΣ ΔΙΗΓΕΙΤΑΙ
Στις 7/6/44 ημέρα
της Αγίας Τριάδος, οι Γερμανοί ξανάρθαν οργανωμένοι για να κάνουν εκκαθαρίσεις
από τους αντάρτες, αφού είχαν ειδοποιήσει με προκηρύξεις που είχαν ρίξει από ένα αεροπλάνο που το
είχαμε ονομάσει Καρκαλέτση, ο κόσμος να
μη φύγει αυτές τις ημέρες από τα σπίτια του, διότι εάν τους έβρισκαν
εκτός, θα τους πυροβολούσαν, έτσι αναγκαστικά ο κόσμος δεν έφυγε, αυτοί πού έφυγαν
ήσαν οι αντάρτες από όλη την Ερμιονίδα και πήγαν στην Τσακωνιά.
Oι Γερμανοί πιάσανε ομήρους στην Ερμιόνη, τους βάλανε μπροστά και τράβηξαν
με τα πόδια προς το Κρανίδι, φοβούμενοι επίθεση από τους αντάρτες, είχαν πιάσει
και τον αδελφό μου το Βασίλη, αλλά στο δρόμο κάπου στην Αυλώνα τον έπιασε
ελονοσία, (Θέρμες) του έδωσαν κάτι χάπια που τα έλεγαν αντεπρίνες και τον άφησαν και έφυγε και γύρισε στην
Ερμιόνη.
Τις ημέρες
αυτές, έκαψαν το σπίτι και το μπακάλικο του Μήτσου του Μπαρδάκου (Καλώστο), πάτερα
του Ανάργυρου και της Άννας Μπαρδάκου, γιατί είχαν βρει μέσα στο σπίτι ένα όπλο,
μέσα στο σπίτι ρίξανε μια κίτρινη σκόνη, ακολούθως έριχναν μια φωτοβολίδα και σε μισή ώρα όλα γινόντουσαν στάχτη, τους
ομήρους τους κράτησαν λίγες μέρες και μετά τους άφησαν ελεύθερους.
Από το Κρανίδι
κάνανε τις επιχειρήσεις, πιάσανε τον Κακαβούτη στην Ύδρα από προδοσία, αλλά μυστήριο
ήταν γιατί ο Κακαβούτης κρύφτηκε στην Ύδρα και δεν έφυγε μαζί με τους αντάρτες
στην Τσακωνιά. Τον έφεραν στην Ερμιόνη και μετά στο Κρανίδι, όπου μαζί με τον Πέτρου
από τους φούρνους, τους κρέμασαν στην πλατεία, μάλιστα για τον Κακαβούτη λένε, ότι
επειδή ήταν γεροδεμένος, όταν τον ανέβασαν στην καρέκλα για να τον κρεμάσουν, η
καρέκλα έσπασε, τότε είπαν ότι αν έσπαγε δεύτερη φορά, θα του χάριζαν τη ζωή.
Είχαμε και στην Ερμιόνη θύματα από τους Γερμανούς, ο πρώτος ήταν ο Αδριανός
ο Βιρβιλης, παλαιότερα τον είχαν πιάσει στο Μετόχι με την κατηγορία ότι είχε διασυνδέσεις
με Εγγλέζους, διότι στο Μετόχι ερχόντουσαν τη νύκτα τα υποβρύχια και έβγαζαν έξω
Σαμποτέρ, τον πήγαν στις φυλακές της Κορίνθου όπου και πέθανε, από τα βασανιστήρια.
Συνεχίζεται…