Προχωρώντας προς το Πουνέντε μπροστά στο σπίτι της οικογένειας Στεργίου, (σημερινός Ερωδιός) ήταν ένα Μανδράκι και στην ακτή ήταν μια ξύλινη παράγκα, εκεί άραζε η τράτα του Κώστα του Κουβαρά (Πατέρας του Βασίλη και Ησαΐα) Και όταν σουρούπωνε, είχε τελειώσει και το καλάρισμα (τράβηγμα της τράτα) ερχόταν και άραζε και εμείς περιμέναμε με τις σουπιέρες να αγοράσουμε τη λαχταριστή και φρέσκια μαρίδα.
Συνέχεια ήταν το σπίτι του Τάσου Σπετσιώτη (Πιστρίκη) σημερινή ταβέρνα του Μιχάλη, που το ισόγειο τότε ήταν το καφενείο και στη γωνία είχε κουρείο ο Τάσος Σπετσιώτης, πιο πέρα ήταν το πατρικό σπίτι του Μήτσου του Παλαιού που είχε ένα μικρό ψαράδικο και τελευταίο το τσαγκαράδικο του Γιώργου του Μαντανού, εκεί ο δρόμος τελείωνε και από ένα δρομίσκο ανεβαίναμε την ανηφόρα, για να βγούμε στο κεντρικό δρόμο για να πάμε στο Μοναστήρι των Αγίων Αναργύρων, η περιοχή αυτή λεγόταν Μαγκούλα και γκουρουμέσι.
Από το τσαγκαράδικο του Μαιντανού, μέχρι το σπίτι της Λουλουδιάς Λιναρδοπουλου, (Μπαούλενας) σημερινή οικία του φιλόπτωχου ταμείου ήταν χωματόδρομος, τα σπίτια και η αυλές ήταν πολύ κοντά στη θάλασσα και πολλές φορές όταν φυσούσε δυνατός γαρμπής, το κύμα έμπαινε στις αυλές, o αυλότοιχος του σπιτιού της μπαούλενας ακουμπούσε στη θάλασσα, εκεί ο δρόμος σταματούσε και έπρεπε να πάμε από επάνω για να βγούμε στο καρνάγιο του Μαστρογιάννη και στο σημερινό Κάβο, όπως έχω περιγράψει ερχόμενοι από τον Άγιο Γιάννη.
Συγνώμη που χρησιμοποιώ παρατσούκλια, διότι τα περισσότερα επίθετα στην Ερμιόνη είναι τα ίδια πχ ο αδελφός του πατέρα μου Ηλίας Νάκος (ο οργανοπαίκτης,) είχε τέσσερες Βασίληδες με το ίδιο επίθετο και για να τους ξεχωρίσει έλεγε, ο Βασίλης του Μοναστηριού, ο Βασίλης του παπά, ο Βασίλης ο Χιώτης, (Επειδή ο αδελφός μου είχε παντρευτεί Χιώτισσα ) και ο Βασίλης του Πράμα, επειδή είχε παντρευτεί την αδελφή του Απόστολου του Σιφναίου την Άννα και το παρατσούκλι του πατέρα τους, ήταν Πράμας. Θα αναφέρω σε όσες βάρκες θυμάμαι με τους ιδιοκτήτες τους.
Λεωνίδα Θανάσης (Ο χοντρός), Μερτύρης Δημήτριος (Λούτζας), Κιούσης Ιωάννης (Γηπαρης), στον Γύπαρη θα αναφερθώ ιδιαιτέρως, επειδή έκανε τον παλικαρά γιατί είχε ακούσει ότι ο Γύπαρης, ήταν πρωτοπαλίκαρο του Βενιζέλου, ο οποίος είχε σκοτώσει τον Ίωνα Δραγούμη, και οι Ερμιονίτες δεν θέλανε και πολύ για να του το κωλύσουν παρατσούκλι, ο Γύπαρης. Αυτός ήταν αδελφός του πάτερα της Πανωρίτσας Μερτυρη – Κιούση, και λέγετε ότι μια Αποκριά, που είχαν βγάλει έξω τις βάρκες για τη σχετική συντήρηση, μια μεγάλη παρέα γλεντούσε στην ταβέρνα του Μιχάλη του Νάκου, (αδελφού του πατέρα μου) απέναντι από το Λαογραφικό Μουσείο, πολλοί από αυτούς είχαν γίνει στούπα στο μεθύσι, οι πιο νηφάλιοι κατεβαίνουν στα Μανδράκια παίρνουν τη βάρκα του Γύπαρη και με φαλάγγια την ανεβάζουν μπροστά στην ταβέρνα και βάζουν μέσα τον Γύπαρη στούπα στο μεθύσι και όταν συνήλθε δεν καταλάβαινε που βρισκόταν, στα Μανδράκια ή στον Ταξιάρχη, από τις ωραίες πλάκες που είχαμε ακούσει τότε.
Συνεχίζω με τις βάρκες του Λευτέρη του Δράκα, με το γιό του Λάζαρο (Τσετσέρη), του Κώστα Κουτούβαλη, του Σπύρου Κουτουβαλη, πατέρα του Λάζαρου ο οποίος ήταν εξπέρ στους δυναμίτες. Μία φορά στην κατοχή, όταν ήταν οι αντάρτες στην Ερμιόνη, ψάρευε μεταξύ νησάκι και Κάβο μαυρονησίου, είδε με το γυαλί κοπάδια τσιπούρες αλανιάρες και πετάει τέσσερα πλακάκια (δυναμίτες) σταυρωτά γέμισε τη βάρκα μέχρι τα μπουνιά με τσιπούρες, από οκά και πάνω η μία, ήρθε μέσα στην Ερμιόνη τις άδειασε και ξανά πήγε και ξαναγέμισε τη βάρκα.
Του Μανώλη του Νόνη (Κολινέκα) , του Τάσου Καρακώτσα με το γιό του Κώστα, του Γιώργου Μπαρδάκου, πατέρα του Γιάννη (Γερμανού), του Βασίλη του Μπαρδάκου, με το γιό του Γιώργο, ο οποίος Γιώργος μαζί με τον πατέρα του σκοτώθηκαν στη Δοβραίνα όταν άνοιγαν μια νάρκη, για να πάρουν το υλικό να φτιάξουν δυναμίτες. Η γκακάβα του Παναγιώτη Κουβαρά, η οποία ήταν ένα είδος ανεμότρατας, που ψάρευε σφουγγάρια και άραζε στο Μανδρακι του Τροκαντερού, του Μανώλη του Λακουτση (Μουτάρη), του Αργύρη του Κεσαραία, του Ανάργυρου του Πασχάλη, του Μανώλη του Ησαΐα (Κωνσταντάκη), τα αδέλφια της Λιολιός Νίκα (Τζάνη) Γιάννη και Γιώργο. Του Θανάση Τζάνη, του Μιχάλη Κομμά, του Ναπολέων Σπετσιώτη, του Αγγέλου Νοταρά με το γιό του Μανώλη (Κοβόλο), ο οποίος έπαιζε και στον Ερμή μπάλα και ήταν και από τού καλούς, διότι έτρεχε πάρα πολύ, του Σάββα του Σχινά, πατέρα του Μίμη, του Διαμαντή Κουτούβαλη (Διαμαντάρα). Συνεχιζεται…