Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2014

ΑΛΗΘΗΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Η ΠΑΝΑΓΙΤΣΑ ΤΟΥ ΛΙΜΑΝΙΟΥ ΤΗΣ ΕΡΜΙΟΝΗΣ

Το 1945 η συγκοινωνία με τον Πειραιά γινόταν με τα Ερμιονίτικα καΐκια, αφού πρώτα περνούσαν από την ακρογιαλιά να φορτώσουν ανάλογα την εποχή γεωργικά προϊόντα ή με ένα καΐκι από την Αίγυπτο, που λόγω της κατασκευής του το λέγαμε  καμπούρα, με εγγλέζικη μηχανή Leyland και με ταχύτητα 6 μίλια την ώρα. Το ταξίδι με καλό καιρό διαρκούσε περίπου 7 ώρες και ο καπετάνιος κανόνιζε να φτάσει  γύρω στις έξη το πρωί, ώστε να ξεφορτώσει και με  καρότσια που έσερνα άνθρωποι, που τους ονόμαζαν χαμάληδες, να τα μεταφέρουν στην αγορά του Πειραιά. 

Στις 8 Ιουλίου του 1945, αρρώστησε η αδελφή μου και ο πυρετός παρά της προσπάθειες του γιατρού και τα φάρμακα της εποχής δεν έπεφτε. Στις 16 του μηνός παραμονή της Αγίας Μαρίνας, η αδελφή μου είχε εξαντληθεί και το πρόσωπο της είχε χάσει το χρώμα του και είχε γίνει άσπρο, το στομάχι της δεν δεχόταν καμία τροφή και ο γιατρός  συμβούλεψε τον πατέρα μου να την μεταφέρουμε στο Πειραιά, με το μόνο μέσο που τότε υπήρχε το αιγυπτιακό καΐκι. Το ίδιο βράδυ ο πατέρας μου με την αδελφή μου αγκαλιά. και η χαροκαμένη μάνα που ήδη είχε χάσει τον πρωτότοκο γιό της το 1936 από διφθερίτιδα και δεν μπορούσε να το ξεπεράσει, ξεκινήσαμε από το σπίτι για το λιμάνι και πριν βγούμε από τη μάνδρα του σπιτιού, γονάτισε και με κλάμα παρακαλάει την Παναγίτσα του λιμανιού, να γυρίσουμε υγιείς και οι τέσσερεις από εμάς, που φεύγαμε.

Το καΐκι ξεκίνησε, ο καιρός ήταν καλός, αλλά λίγο πριν περάσουμε τα τσελεβίνια, η μηχανή έπαθε ζημιά και χρειαζόταν συνεργείο για να επισκευασθεί. Ο πατέρας μου που γνώριζε το λιμάνι της Ύδρας και ότι υπήρχε μηχανουργείο που επισκεύαζε τα μηχανοκάικα  των δυτών, συμβούλεψε τον καπετάνιο να προσεγγίσει σε αυτό και να επισκευάσουμε τη μηχανή. Ο καπετάνιος αρχικά αρνήθηκε, γιατί δε γνώριζε το λιμάνι, όταν όμως ο πατέρας μου τον βεβαίωσε ότι μπορούσε χωρίς κίνδυνο να διπλαρώσει, τότε το αποφάσισε.                                                                                          Ήταν περασμένα μεσάνυκτα, η θάλασσα ήρεμη δεν φύσαγε από πουθενά, το δε καΐκι παρέμενε ακίνητο, τότε έριξαν το βαρκάκι στη θάλασσα έδεσαν το καΐκι από την πλώρη και κωπηλατώντας ο ναύτης του καϊκιού και ο πατέρας μου, άρχισε να προχωρά πολύ αργά για την Ύδρα. Κατά τις τρεις τα ξημερώματα άρχισε να φυσά το μαϊστράλι, σηκώσαμε το πανί και τότε το καΐκι ξεκίνησε με μεγαλύτερη ταχύτατα. Κατά της 0600 το πρωί μπήκαμε στο λιμάνι.                                                                            Μέτα από λίγο οι καμπάνες του μοναστηριού της Παναγιάς, άρχισαν να κτυπούν καλώντας τους πιστούς στην εκκλησιά, ξημέρωνε της Αγίας Μαρίνας. Η μάνα μου απελπισμένη πίσω από το ταμπούκιο του καικιού σταυροκοπιόταν προσευχόμενη στην Αγία Μαρίνα, να γιάνει την κόρη της.  Κατά τις 0730 ο καπετάνιος με τον πατέρα μου, πήραν το εξάρτημα της μηχανής και  έφυγαν για το μηχανουργείο. Και η μάνα μου πήρε αγκαλιά την αδελφή μου και σίγα σιγά προχωρήσαμε στο μοναστήρι της Παναγιάς, που ήταν μπροστά στο λιμάνι. Μπήκαμε μέσα, αμέσως οι πιστοί πρόσφεραν καρέκλα στη μάνα μου, που με προσπάθεια κρατιόταν όρθια. Ο ιερέας κατάλαβε ότι κάτι σοβαρό συνέβαινε και βγήκε έξω από το ιερό, ζύγωσε τη μάνα μου και την κάλεσε να πάει στην αριστερή πόρτα του ιερού, να περάσει μια ευχή στην αδελφή μου. Όταν τελείωσε και επειδή έπρεπε να αναζητήσουμε γιατρό, φύγαμε και πήγαμε στο σπίτι της κυρά Αθηνάς, οικογενειακή φίλη της θείας της Γαριφως της Δέδες, η οποία αμέσως κάλεσε γιατρό.  Όταν ήρθε ο γιατρός και εξέτασε την αδελφή μου, ο πυρετός είχε κατέβη στα φυσιολογικά επίπεδα, όμως η γενική κατάσταση ήταν δραματική, γιαυτο ζήτησε να καλέσουμε και άλλον ένα γιατρό, να κάνουν συμβούλιο και να καταλήξουν σε ασφαλές συμπέρασμα. Τελικά συμφώνησαν ότι η αδελφή μου είχε περάσει τυφοειδή πυρετό και μέχρι να φτάσουμε στον Πειραιά να μη πάρει καμία τροφή, εκτός από λίγο γάλα. Ο πυρετός έκτοτε δεν ξανά επανήλθε!!!
Το βράδυ αναχωρήσαμε για τον Πειραιά, φθάσαμε την άλλη μέρα το πρωί και πήγαμε αμέσως στο σπίτι του γιατρού κ, Κοντού, δίπλα από τη Γαλλική σχολή, που ήταν φίλος του πατέρα μου από τότε που ο γιατρός ασκούσε την ιατρική στην Ερμιόνη και ο οποίος μας παρεχώρησε και ένα δωμάτιο, να μείνουμε έως ότου αναρρώσει η αδελφή μου!!!                                                                                                Στην Ερμιόνη επιστρέψαμε τέλος Αυγούστου και οι τέσσερεις, όπως είχαμε αναχωρήσει και όπως είχε παρακαλέσει η μάνα μου την Παναγίτσα του λιμανιού.